Η ΤΕΤΡΑΓΩΝΗ ΠΟΛΗ


Η τετράγωνη πόλη, σε ένα ποίημα του Ντε Κίρικο... Είναι η πόλη όπου «βασιλεύει ο στοχασμός» ή κάτι άλλο, ανέκφραστο, που κάποιες φορές πυκνώνει και γίνεται απτό, όπως εδώ, ανάμεσα σε άλλες εικόνες ενός ζωντανού ονείρου.


ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ (UNE NUIT)

Χτες τη νύχτα ο άνεμος φύσαγε τόσο δυνατά
που έλεγα πως θάρριχτε χάμω
τα χαρτονένια βράχια.
Κι’όλη την ώρα μεσ’στα σκοτάδια τα ηλεκτρικά
φώτα
Εκαίγανε ωσάν καρδιές.
Απάνω στον τρίτο μου ύπνο ξύπνησα κοντά σε
μια λίμνη
Όπου έρχονταν και χύνονταν τα νερά δυο ποταμών.
Γύρω στο τραπέζι οι γυναίκες διαβάζανε.
Κι’ ο καλόγερος σιωπούσε χωμένος στη σκιά.
Αργά πέρασα το γιοφύρι και στον πάτο των
σκοτεινών νερών
Είδα να περνούν αργά μεγάλα μαύρα ψάρια.
Ξαφνικά βρέθηκα μέσα σε μια πόλη μεγάλη
και τετράγωνη.
Όλα τα παράθυρα είτανε κλειστά, παντού βασίλευε
σιωπή.
Παντού βασίλευε στοχασμός.
Κι’ ο καλόγερος ξαναπέρασε από πλάγι μου.
Ανάμεσα απ’ τις τρύπες του σάπιου ράσου του
είδα την καλλονή του σώματός του: χλωμό και
άσπρο σαν ένα άγαλμα του έρωτα.
Σαν εξύπνησα η ευτυχία κοιμόνταν ακόμη
κοντά μου.

1911-1913
Giorgio de Chirico

Μετάφραση: Νίκος Εγγονόπουλος
Η λέξη, τ.179